- γελάδας
- (gelada). Κατάρρινος πίθηκος της οικογένειας των κυνοκεφάλων. Το σώμα του έχει μήκος 1,50 μ., μαζί με την ουρά, που καταλήγει σε τριχωτή φούντα. Έχει μεγάλο κεφάλι, με ρύγχος μακρουλό και πεπιεσμένο στα πλευρά· οι κυνόδοντες είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένοι. Το τρίχωμα (καστανό σκούρο στη ράχη και στα άκρα, γκρίζο στα πλευρά) είναι άφθονο σε ολόκληρο το σώμα, εκτός από ένα τμήμα του στήθους και του λαιμού που είναι γυμνό και έχει χρώμα κόκκινο. Ο γ. ζει σε πολυπληθείς αγέλες στα υψίπεδα της Αιθιοπίας και σε υψόμετρο μεγαλύτερο από 3.500 μ. Είναι παμφάγος, αλλά τρέφεται περισσότερο με φυτά.
Ο γελάδας, πίθηκος χαρακτηριστικός της Αιθιοπίας, ζει σε υψόμετρο μεγαλύτερο από 3.500 μ.
Dictionary of Greek. 2013.